Η ιστορία του χωριού μας

Η ιστορία του χωριού μας

css template 1

Τα Τσικαλαριά είναι χτισμένα στους βόρειους πρόποδες του βουνού Μαλάξα, την οποία οι αρχαίοι το ονόμαζαν Βερέκυνθο. Σύμφωνα με τη μυθολογία στο όρος αυτό πρωτοχρησιμοποιήθηκε η φωτιά και εφευρέθηκαν ο ορείχαλκος και ο σίδηρος. Οι Ιδαίοι Δάχτυλοι, σύμφωνα με το Διόδωρο το Σικελιώτη καταγόταν από τη Φρυγία και πιστεύεται ότι ήσαν πέντε, όσα και τα δάχτυλα του χεριού. Αρκετοί μάλιστα πιστεύουν πως στο βουνό αυτό υπήρχε και μια αρχαία πόλη με το όνομα «Χαλκητόριον», ονομασία που υποδηλώνει τη σχέση της πόλης αυτής με τη μεταλλουργία.

Ονομασία του χωριού

Σχετικά με την ονομασία του χωριού επικρατεί η άποψη ότι το όνομα Τσικαλαριά προήλθε από τα αγγειοπλαστεία που παλιότερα λειτουργούσαν στην περιοχή, τα οποία κατασκεύαζαν θαυμάσια τσουκάλια. Τα αγγειοπλαστεία (καμίνια) βρισκόταν στην περιοχή του Καλλιτεχνικού Χωριού. Το χωριό φημιζόταν για τους αγγειοπλάστες του. Λέγεται μάλιστα ότι από εδώ μετοίκησαν τεχνίτες στη Σίφνο και σ’ άλλα νησιά και μετέδωσαν σ’ αυτά την αγγειοπλαστική τέχνη. Το 1577 το χωριό αναφέρεται από τον Barozzi (1537-1604, Ιταλός μαθηματικός, αστρονόμος και ανθρωπιστής, γεννημένος στην Κρήτη) με το σημερινό του όνομα χωρισμένο σε δύο οικισμούς, τα Cicalaria Palea και τα Cicalaria Nea. Επίσης από τον Καστροφύλακα το 1583 αναφέρονται ως Cicallaria με 880 κατοίκους, 78 προνομιούχους και 111 οφειλόμενες αγγαρείες. Ο Βασιλικάτα αναφέρει το χωριό ως Cicalaria το 1630. Τέλος, στην αιγυπτιακή απογραφή του 1834 αναφέρονται ως Tzikalaria με 40 χριστιανικές οικογένειες.

Περίοδο Ενετοκρατίας (1204-1669)

css template 1

Η Ενετοκρατία άφησε τη σφραγίδα της στην περιοχή των Τσικαλαριών με τις εντυπωσιακές εκκλησίες που σώζονται μέχρι σήμερα. Οι εκκλησίες αυτές χτίστηκαν το 16ο και 17ο αιώνα. Η σπουδαιότερη από αυτές είναι αναμφισβήτητα η εκκλησία της Παναγίας (Κοιμήσεως της Θεοτόκου), η οποία χτίστηκε το 1610 από τον ιερές Μιχαήλ Καλογερόπουλο. Ο εν λόγω ναός αναφέρεται στην ενετική απογραφή ναών και μονών της περιοχής του έτους 1637. Ο ναός της Παναγίας χρησιμοποιήθηκε ως πρότυπο για το χτίσιμο μιας μεγάλης ομάδας ναών της περιοχής των Χανίων (Άγιος Ελευθέριος Μουρνιών, Αγία Τριάδα, Γουβερνέτο, Χρυσοπηγή, Αγία Κυριακή Χαλέπας κ.α.)

Της ίδιας περιόδου ναοί είναι του Αγίου Ιωάννη και του Μιχαήλ Αρχαγγέλου. Ο ναός του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή χτίστηκε το 1602. Η παράδοση αναφέρει ότι η εκκλησία ήταν αφιερωμένη στο Χριστό, γεγονός που πιστοποιείται από την επιγραφή πάνω από το υπέρθυρο της εισόδου. Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας ο αγάς της περιοχής διέταξε να μετονομαστεί ο ναός και να αφιερωθεί στον Άγιο Ιωάννη.

Στη νοτιοδυτική άκρη του χωριού σε ειδυλλιακή τοποθεσία βρίσκεται ο ναός του Μιχαήλ Αρχαγγέλου που χτίστηκε στις αρχές του 17ου αιώνα και που, όπως αναφέρει η κτητορική επιγραφή, κατασκευάστηκε και αυτός από τον ιερέα Μιχαήλ Καλογερόπουλο. Επίσης, στα τέλη του 16ου και αρχές του 17ου αιώνα χτίστηκε η Αγία Φωτεινή.

css template 1

Το 1538 ο τρομερός πειρατής Χαΐρ – Εδίν – Βαρβαρόσα κατέπλευσε στη Σούδα με 84 πλοία. Αφού κατέλαβε το φρούριο των Καλυβών και μετά την αποτυχημένη απόπειρά του να καταλάβει την πόλη των Χανίων στράφηκε στην Απτέρα, στα Τσικαλαριά και τα Κεραμειά, περιοχές που κατέστρεψε με τις ληστρικές του επιδρομές. Σύμφωνα με την παράδοση ο Χαΐρ – Εδίν – Βαρβαρόσα κατέστρεψε το μοναστήρι του Εσταυρωμένου, που βρισκόταν πάνω από το χωριό και ερείπια του οποίου σώζονται ακόμη και σήμερα.

Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι κατά την περίοδο της Ενετοκρατίας και αργότερα επί Τουρκοκρατίας είχαν χτιστεί αρκετά μεγάλα σε έκταση αγροτικά μετόχια στον εύφορο κάμπο των περιχώρων των Χανίων, τα οποία αναμφισβήτητα αποτελούσαν μια ενδιαφέρουσα αρχιτεκτονική μονάδα και έχουν συνδεθεί με πολλές ιστορικές στιγμές. Τα μετόχια των Τσικαλαριών ήταν έξι: του Αληδάκη, του Χουσεΐν, του Μπεντεβή, της Αλώνας και της Αγίας Φωτεινής.

Περίοδος Τουρκοκρατίας (1669 – 1898)

css template 1

Στην περίοδο της Τουρκοκρατίας υπήρχαν στο χωριό αρκετοί Τούρκοι, αλλά η πλειοψηφία των κατοίκων ήταν χριστιανοί. Στην απογραφή του 1883 τα Τσικαλαριά αναφέρονται στο Δήμο Περιβολίων με 334 χριστιανούς και 170 μουσουλμάνους κατοίκους. Η συνύπαρξη Τούρκων και χριστιανών κατοίκων του χωριού δεν ήταν πάντα ομαλή, ειδικότερα κατά τα τελευταία χρόνια παραμονής των Τούρκων στην Κρήτη κατά τα οποία υπήρχε μεγάλη ένταση. Πολλές φορές οι Τούρκοι που κατοικούσαν στα Τσικαλαριά και στην ευρύτερη περιοχή των Χανίων καταδίωκαν για ασήμαντες αφορμές τους χριστιανούς κατοίκους του χωριού.

Είναι χαρακτηριστικό ότι τα χρόνια αυτά ο Λιντς, Σκωτσέζος αρχιτέκτονας και μηχανικός υπεύθυνος για την κατασκευή του Ναυστάθμου της Σούδας, παρείχε καταφύγιο στο σπίτι του στη Σούδα σε πολλούς Τσικαλαριανούς, που διώκονταν από τους Τούρκους, καθώς σε αυτό κυμάτιζε η βρετανική σημαία, γεγονός που εξασφάλιζε την ασυλία. Έτσι, όταν στις 24 Μαΐου του 1896 με αφορμή το θάνατο ενός Τούρκου αστυνόμου (ζαπιέ) από το σπαθί του χριστιανού σωματοφύλακα του Ρώσου πρόξενου στα Χανιά ξεκίνησαν αντίποινα των μουσουλμάνων κατά των χριστιανών, ο Λινυς φιλοξένησε στο μεγάλο περίβολο του σπιτιού του 400 Τσικαλαριανούς που φοβούμενοι τα αντίποινα βρήκαν καταφύγιο σε αυτόν. Αξίζει να αναφερθεί ότι ένας ηλικιωμένος άντρας ξεχάστηκε στο χωριό, με αποτέλεσμα οι Τούρκοι να τον σφαγιάσουν και να τον πετάξουν στα σκυλιά. Στους Τσικαλαριανούς αυτούς ο Λιντς για πολλές μέρες παρείχε άσυλο και τροφή.

css template 1

Στο σημείο αυτό θα ήταν σημαντική παράλειψη να μην αναφέρουμε ότι οι Τσικαλαριανοί πρωτοστάτησαν στην ίδρυση της Σούδας. Χαρακτηριστικά ο Εμμανουήλ Φουρναράκης αναφέρει στα απομνημονεύματά του για το χτίσιμο της Σούδας: «Το έτος 1866 δεν υπήρχαν εις την σημερινήν Επάνω και Κάτω Σούδα παρά μόνον δύο ξύλινες παράγκες. Η μία ευρίσκετο απέναντιο από το σημερινό Κοινοτικόν κατάστημα και η άλλη εις την στροφήν της οδού προς Χανιά, προ της Κάτω Σούδας. Ιδιοκτήτες ήσαν κάτοικοι Τσικαλαριών και προσέφεραν ποτά εις τους Αποκορωνιώτας που περνούσαν. Η περιοχή ήτο κτηματική περιφέρεια των Τσικαλαριών.»

Αργότερα όταν κατασκευάστηκε από τους Τούρκους ο Ναύσταθμος (1878) οι Τσικαλαριανοί ήταν οι πρώτοι που εγκαταστάθηκαν στη Σούδα, όπου ασχολήθηκαν με το εμπόριο εκμεταλλευόμενοι, όπως αναφέρει πάλι ο Εμμανουήλ Φουρναράκης, τον τζίρο που έκαναν στρατιώτες και ναύτες του τουρκικού στόλου. Η εμπορική αυτή επικοινωνία αυξήθηκε την εποχή της Κρητικής Πολιτείας (1898 – 1913) κατά την οποία στο λιμάνι της Σούδας αγκυροβολούσαν καθημερινά τουλάχιστον τέσσερα πολεμικά πλοία των προστάτιδων δυνάμεων Αγγλίας, Γαλλίας, Ρωσίας και Ιταλίας.

css template 1

Στο χωριό των Τσικαλαριών προκειμένου να εξυπηρετηθούν οι λατρευτικές ανάγκες των Τούρκων χτίστηκε τζαμί το 18ο αιώνα στη θέση της εκκλησίας του Αγίου Νικολάου, που υπήρχε εκεί σε παλιότερα χρόνια σύμφωνα με την παράδοση. Στην πρόσοψη του τεμένους υπήρχε μαρμάρινη τούρκικη επιγραφή. Το Τζαμί που σώζεται μέχρι σήμερα, είναι το μοναδικό διασωθέν του ν. Χανίων και έχει χαρακτηριστεί διατηρητέο μνημείο. Ακριβώς κάτω από το τζαμί βρίσκεται η κεντρική βρύση του χωριού, που χρησίμευε στο τελετουργικό πλύσιμο των Οθωμανών καθώς η θρησκεία τους ορίζει να πλένονται πριν από την είσοδό τους στο τέμενος. Δυτικά της βρύσης σώζεται ακόμη και σήμερα καφενείο από την ίδια περίοδο, στο οποίο οι Τούρκοι προύχοντες έπιναν το ναργιλέ τους.

Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος (1914 – 1918) – Μικρασιατική Καταστροφή (1922)

Ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος επέδρασε, όπως ήταν φυσικό ανασταλτικά στην εξέλιξη και την ανάπτυξη του χωριού.

css template 1

Το 1923 μετά τη Μικρασιατική καταστροφή δίνονται ως κληροδότημα σε πρόσφυγες εκτάσεις της περιοχής των Μετοχίων. Το έτος αυτό υπήρξε ορόσημο για τα Τσικαλαριά, καθώς αφίχθηκαν οι Μικρασιάτες πρόσφυγες από την Αλάτσατα, την Προύσα, το Αϊβαλί, τα Καράμπουρνα, την Έφεσσο, τη Σμύρνη, το Τσεσμέ, τη Μάκρη και άλλες πόλεις της Μικράς Ασίας και εγκαταστάθηκαν στην περιοχή των Μετοχίων.

Είναι γεγονός ότι οι πρόσφυγες αντιμετώπισαν αρχικά δυσκολίες στην αποδοχή και στην ενσωμάτωσή τους στην καινούρια πατρίδα. Οι δυσκολίες αυτές αντιμετωπίστηκαν με την πάροδο του χρόνου λόγω της υπομονής τους, της μεθοδικότητας, της εντιμότητας, της νοικοκυροσύνης και της εργατικότητάς τους. Η αισιόδοξη επίσης διάθεση με την οποία έβλεπαν, παρά τα προβλήματα και τις δυσκολίες που αντιμετώπισαν, τη ζωή ήταν ένα άλλο χαρακτηριστικό τους. Καταφύγιο και παρηγοριά στις δύσκολες ώρες ήταν γι’ αυτούς το εκκλησάκι του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή.

Η συμβολή τους στην ντόπια οικονομία, όχι μόνο στα Μετόχια των Τσικαλαριών, αλλά και όποιο άλλο σημείο του νομού εγκαταστάθηκαν, ήταν σημαντική καθώς μετέφεραν νέες μεθόδους και τεχνικές στις καλλιέργειες (καπνά, αμπέλια, κηπευτικά κ.α.)

Το 1924 αυξήθηκε αισθητά και ο αριθμός των μαθητών που φοιτούσαν στο Δημοτικό Σχολείο Τσικαλαριών, εξαιτίας της φοίτησης των παιδιών των Μικρασιατών. Το σχολείο τότε λειτούργησε ως «διαπολιτισμικό χωνευτήρι» συντελώντας σημαντικά στη διάδοση της Μικρασιάτικης κουλτούρας στην περιοχή.

Τέλος, το 1927 τα Τσικαλαριά αναγνωρίστηκαν ως ιδία κοινότητα.

Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος (1939 – 1945)

css template 1

Με την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου ξεκίνησαν στις 1 Νοεμβρίου 1940 ανελέητοι βομβαρδισμοί με στόχο το λιμάνι της Σούδας. Οι βομβαρδισμοί συνεχίστηκαν από τους Γερμανούς με εντονότερο ρυθμό. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι κάτοικοι της Σούδας να καταφύγουν στα Τσικαλαριά.

Αρκετοί Σουδιανοί κατά την περίοδο των βομβαρδισμών του λιμένα της Σούδας αλλά και κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής βρήκαν καταφύγιο στο σπήλαιο Μπρεδολόγου και σε άλλα σπήλαιο της ρεματιάς του Εσταυρωμένου.

Κάποιοι επίσης φιλοξενήθηκαν σε συγγενικά σπίτια, ενώ άλλοι νοίκιασαν πρόχειρα χτίσματα τα οποία τα μετέτρεψαν σε κατοικίες. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι άνθρωποι αυτοί έβλεπαν από ψηλά τα αποκαΐδια και τη στάχτη των κόπων μιας ολόκληρης ζωής.

css template 1

Την περίοδο της γερμανικής κατοχής οι Τσικαλαριανοί και οι Σουδιανοί δέθηκαν ακόμη περισσότερο καθώς οι πρώτοι προσέφεραν στους δεύτερους φιλοξενία και ζεστασιά. Επίσης, μεταφέρθηκε το Δημοτικό Σχολειό Σούδας στα Τσικαλαριά, γιατί η Σούδα χαρακτηρίστηκε εμπόλεμη ζώνη.

Μια μαρτυρία φέρνει δάκρυα στα μάτια των αυτόπτων μαρτύρων της εποχής οι οποίοι διωγμένοι και τρομαγμένοι από τη λαίλαπα του πολέμου διατήρησαν έντονη τη θρησκευτική τους παράδοση εκείνο το Πάσχα του 1941. Είναι Μεγάλη Παρασκευή, Τσικαλαριανοί και Σουδιανοί παρακολουθούν με δέος και συγκίνηση την ακολουθία του Επιταφίου στην εκκλησία του Αγίου Αντωνίου. Αμίλητοι, σιωπηλοί θρηνούν τα Θεία πάθη, αλλά και τα πάθη του Γένους τους, ακολουθώντας την πομπή του Επιταφίου. Επιτάφιος θρήνος με όλη τη σημασία της λέξης.


Πηγή κειμένων και εικόνων

Ημερολόγιο 2012, Πολιτιστικός Σύλλογος Τσικαλαριών

css template 1